Όλα ξεκίνησαν μία όμορφη ημέρα με το προπατορικό αμάρτημα των πρωτοπλάστων Αδάμ και Εύα, όπου είχε ως αποτέλεσμα να χάσει ο άνθρωπος την Παραδείσια κατάσταση στην οποία βρισκόταν. Η Παραδείσια αυτή κατάσταση δεν ήταν κάποιος τόπος αλλά τρόπος του υπάρχειν, ήταν δηλαδή διαφορετική η οντολογική υπόσταση του ανθρώπου, πολύ λεπτοφυής, Αγιοπνευματική, με Θεοειδείς ικανότητες. Είχε σώμα λεπτής ύλης, χωρίς τα αδιάβλητα πάθη (δίψα, πείνα, κόπωση, ένστικτο αυτοσυντήρησης-φόβος θανάτου), που μπορούσε να διακτινίζεται, να πετάει, να επικοινωνεί καρδιακά και χωρίς λόγια, να βλέπει με τα πνευματικά μάτια, διορατικά και προορατικά, να βλέπει τον Θεό και να ζει μαζί Του και πολλά άλλα. Όταν όμως πλανηθηκε ο άνθρωπος (στην διάνοιά του) από το πονηρό πνεύμα και εμπιστεύτηκε περισσότερο τον λογισμό του παρά τον Θεό του, τότε παράκουσε και έκανε αυτό που τον οδήγησε στις δυσάρεστες συνέπειες• να σκοτισθεί ο καρδιακός του νους, να χάσει την Θεία Χάρη από αυτόν τον σκοτισμό και την Θεοπτία και μεταγενέστερα ακόμη και τη μνήμη του Θεού. Δεν τιμωρήθηκε από τον Θεό. Η ίδια η απαγορευμένη πράξη έφερε την καταστροφή. Δημιουργήθηκε ένα βραχυκύκλωμα μεταξύ εγκεφάλου και καρδιάς και απέμεινε να χρησιμοποιεί μόνο την διάνοιά του (την λογική ενέργεια) ενώ η νοητική (ή αλλιώς “πνευματική”) σκοτίστηκε.
Η αμαρτία αυτή (κυριολεκτικά η λέξη αμαρτία μεταφράζεται ως αστοχία), έφερε αυτό που ο Θεός είχε προειδοποιήσει, δηλαδή την φθορά και τον θάνατο. Αφού ο άνθρωπος έπαψε να τρέφεται με την Ζωοποιό Θείαν Χαριν. Η αμαρτία λοιπόν δεν ήταν ούτε νομική παράβαση, ούτε ηθική προσβολή. Κι ως εκ τούτου, η διόρθωση του προπατορικού αμαρτήματος – αστοχήματος, χρήζει όχι τιμωρίας, ούτε τήρηση κανόνων που θα λογαριαστούν σ’ένα τελικό δικαστήριο αλλά θεραπείας, έναν θεραπευτικό τρόπο ζωής – έναν τρόπο που οι Πατέρες έχουν λεπτομερώς διαφωτίσει – κι όχι κάποιας προσπάθειας να ικανοποιηθεί η βλασφημία στον Θεό, λες και ο Θεός θύμωσε ή προσεβλήθη ηθικά ο εγωισμός Του από το νήπιο δημιούργημά Του! Αυτή η λανθασμένη αντίληψη της ηθικιστικής και νομικίστικης προσέγγισης δεν έχει καμία σχέση με το Ορθόδοξο Πνεύμα. Ήταν μία επινόηση του Λατίνου Αυγουστίνου όντας επηρεασμένος από την νεοπλατωνική του παιδεία• που θέλει την Θεία δικαιοσύνη να αποκαθίσταται πάση θυσία για να μην διαταραχθεί η κοσμική τάξη. Από αυτή την παιδαριώδη αντίληψη διαμορφώθηκε ο δυτικός Χριστιανισμός των Παπικών και αργότερα των Προτεσταντών αλλά και του Ισλάμ. Και δυστυχώς σήμερα σε πολλούς ακατήχητους Ορθόδοξους Θεολόγους, Ιερωμένους κ.α. οι οποίοι παίρνουν στον λαιμό τους πλήθος πιστών, αποπροσανατολίζοντάς τους από την θεραπευτική αγωγή και αποκατάσταση και καλλιεργώντας ανθρώπους πονηρούς που σκαρφίζονται πλείστες υποκριτικές αλχημείες και “πνευματικές συναλλαγές” για να “κερδίσουν” τον Παράδεισο.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, αντίθετα μ’ εκείνους που θεολόγησαν με φιλοσοφικές αναλύσεις και σχολατικισμούς, αφιερώθηκαν στην πολύχρονη μελέτη της ανθρώπινης οντολογίας, την μεθοδική άσκηση, τη νήψη και την αδιάλειπτη καρδιακή προσευχή, που είχε σαν αποτέλεσμα την κάθαρση της καρδιάς των, του φωτισμού των και της Θέωσής των (θεραπεία-αποκατάσταση). Ώστε με την εμπειρική τους Αγιοπνευματική γνώση, οι Πατέρες είναι η αυθεντική διαδοχή των Αποστόλων, που όπως εκείνοι έτσι κι αυτοί, αποκαθιστούν την κοινωνία με την Θεία Χάρη, θεραπεύοντας τα πάθη, τους λογισμούς και την καρδιά των ανθρώπων (νοερά ή καρδιακή προσευχή), καταθέτοντας τις ακριβείς θεραπευτικές οδηγίες τους, που δεν είν’ άλλο από το εφαρμοσμένο στην πράξη Ευαγγέλιο.