– Κείμενο: ερημίτης –
Φανταστείτε ένα λευκό χαρτί με μία κάθετη γραμμή στη μέση να το κόβει. Πως στην αριστερή πλευρά του φτιάχνουμε μία στήλη με τα ύψιστα ιδανικά μας. Στα δεξιά μία αντίστοιχη με τα υψηλά φθαρτά τα εκκοσμικευμένα.
Αν τώρα έξω στη ζωή δεχτούμε να ανταλλάξουμε μία λέξη από την αριστερή πλευρά, για κάποια αντίστοιχη απ’ την άλλη, αυτό δηλώνει πτώση.
Αν δώσουμε κάτι από τη δεύτερη, να λάβουμε απ’ την πρώτη, αυτό καλείται αρετή.
Ο πατέρας κρατούσε από το χεράκι την πεντάχρονη κορούλα του. Έκανε θυσίες ώστε να μπορεί να την επισκέπτεται κάποιες μέρες του μήνα και να περνάνε δημιουργικό χρόνο μαζί. Μπήκανε όπως κάθε φορά στο μικρό μαγαζάκι της πλατείας να πάρουν τα συνηθισμένα: έναν καφέ και ένα γλυκό γεμάτο σοκολάτα.
Όμως εκείνο το Σάββατο ήτανε διαφορετικό διότι ίσχυαν πλέον τα “νέα μέτρα”. Στην εποχή του covid- 19 και των πιστοποιητικών.
-“Έχετε το χαρτί;” ρώτησε η σερβιτόρα την ώρα που έφτιαχνε τον καφέ.
Εκείνος αμίλητος κούνησε αριστερά δεξιά το κεφάλι του δηλώνοντας μία άρνηση.
“Δεν μπορείτε να κάτσετε εδώ σήμερα… δυστυχώς”.
Παύση.
“Τουλάχιστον, έχετε χαρτί από τεστ;”
Ξανά το ίδιο νεύμα. Έπειτα πλήρωσε, πήρε το κοριτσάκι από το χέρι και πήγαν σε ένα παγκάκι απέναντι ακριβώς.
-“Μπαμπά, γιατί ήρθαμε εδώ σήμερα;”
-“Δεν μας επιτρέπεται να κάτσουμε στις καρέκλες… θέλανε να τους δείξω ένα χαρτί…”
-“Και δεν το έχουμε εμείς αυτό το χαρτί;”
– “Μπορεί και να το έχουμε. Δεν είναι εκεί το θέμα. Είναι ότι στη ζωή πρέπει να προσέχουμε τί δίνουμε και τί παίρνουμε”.
Τότε ήταν που γύρισε και κοίταξε εμένα στο διπλανό παγκάκι. Χαμογέλασε θλιμμένα: “Κάποιο χαρτί το έχω. Το δείχνω εκεί που με αναγκάζουνε παρά τη θέληση μου. Όμως… δεν θα ‘νοιωθα καλά με τον εαυτό μου να πράξω το ίδιο οικειοθελώς… για ένα γλυκό και κάποια γραμμάρια καφέ πάνω σε μια καρέκλα. Είναι… τί δίνεις και τι παίρνεις… όμως ποιός να με ακούσει…”
Του είπα ότι όλο και κάποιος θα τον “ακούσει” καθώς προσφάτως απέκτησα μια τάση μαζοχιστική να γράφω σε σελίδα και πως την ίδια τάση απέκτησαν κάποιοι και με διαβάζουν.
Έπειτα έφυγα. Τους άφησα να παίξουν. Απ’ τη γωνία πριν χαθώ είδα το κοριτσάκι να εκτελεί μία “χορογραφία” σε ένα γνωστό αγγλόφωνο τραγουδάκι όπου έπιανε διαδοχικά το κεφαλάκι του, τους ώμους του και τα ποδαράκια του μετά και ο πατέρας της ασυγκράτητα να γελάει. Αυτοί είναι οι φίλοι μου.
Αυτοί είναι οι φίλοι μου.
Οι γελώντες οι θλιμμένοι, οι ελεύθεροι οι πολιορκημένοι, η αιχμή μίας ελπίδας, στη μαύρη τρύπα άδειας Πατρίδας.