enos-leptou-sigi

ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΣΙΓΗ

– Κείμενο: Νεκταρία Παπαγεωργίου –

“Καρδίαν καθαράν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός,, καί πνεῦμα εὐθές ἐγκαίνισον ἐν τοῖς ἐγκάτοις μου”
ψαλμός Δαυίδ
Ένα ακόμα πυρωμένο αυγουστιάτικο απόγευμα.
Εκεί που και η φύση κουράζεται από τον πολύ ήλιο κι ακούγονται μόνο τα τζιτζίκια στο κρεσέντο της φωνής τους. Μέσα στη φύση βέβαια, ακόμα και το λιοπύρι διαφέρει. Όποιος θέλει αφουγκράζεται Θεό κι ελπίδα.
Ο χτύπος μιας αξίνας που γούβιαζε το χώμα παράβγαινε με τον καημό του τζίτζικα. Η σιδερένια άκρη έβρισκε άλλοτε γη-και βαθύτερα χωνόταν-κι άλλοτε πέτρα-και τότε σαν να ξεπετιόταν μικρή σπίθα που από μόνη της ἐσβηνε μέσα στην ορμή της ταχύτητας.
Ο χωρικός σταμάταγε πού και πού κοιτώντας πάνω στον ουρανό καθώς οι χοντρές στάλες του αλατισμένου ιδρώτα έτσουζαν τα μάτια του. Σταυροκοπιόταν μερικές φορές, κάτι ψιθύριζε, σκούπιζε τις παλάμες του στο λασπωμένο ρούχο του και ξανάπιανε την αξίνα. Φαινόταν σαν να είχε πάρει δύναμη για να μπορέσει να συνεχίσει κάτι πέρα των δυνάμεων του. Οι φλέβες των χεριών του είχαν φουσκώσει τόσο, που νόμιζες ὀτι θα έσπαγαν, αυτός όμως συνέχιζε αγνοώντας κάθε σωματική αντένδειξη.Είχε γυρίσει ζωντανός από δύο πολέμους και μία εκστρατεία- λες να φοβόταν την γης τώρα;
Ένα κενό στη βοή των τζιτζικιὠν μαζί με την απανεμιά κι απλώθηκε στον αέρα ένα “ελέησον με”…απαλό σαν θρόισμα, μυρωμένο σαν θαύμα, επίμονο σαν τάμα. Αυτή η δουλεμένη φιγούρα, η αυλακωμένη από φτώχια, δουλειά και προσευχή, να στέκεται ενώπιον του Πλάστη και να συνομιλεί ταπεινά, με φτώχεια ζήσης και πλούτο πνεύματος. Μέσα στη μακαριότητά της να μη σταματά να δοξολογεί, να δέεται, να ευχαριστεί. Σταματούσε και ξεκινούσε. Κι όλο αυτό να ζωγραφίζεται τόσο ανάλαφρο.
Ενός λεπτού σιγή για ὀλους αυτούς που μέσα από το σβαρνισμένο χώμα- αυτό που έσκαψαν, κοσκίνισαν, αφράτεψαν, πότισαν με ιδρώτα και δάκρυα, προστάτεψαν με θυσίες- σήκωναν το κεφάλι για να δουν Θεό. Αυτούς που λεβέντικα φορούσαν το ένδυμα της γήινης ένδειας που Βασιλεία Ουρανών ευωδίαζε. Αυτούς που κανένας τίτλος ή πτυχίο δε θα φτάσει ποτέ, γιατί η καθαρή καρδιά ανθίζει από την κατά Θεόν Σοφία. Όσοι από εμάς είχαμε την ευλογία να έχουμε τέτοιους παππούδες ή γιαγιάδες ας ανατρέχουμε κάποιες φορές στην περπατησιά τους. Όχι γιατί θα τους φτάσουμε, αλλά για μικρή παραμυθία της πορείας μας. Κι ενός λεπτού σιγή, μετά νοερής προσευχής, για την ανάγκη της θύμησης, ως τη συνάντηση.

error: Content is protected !!
Scroll to Top