“Είδον εγώ τας παγίδας του διαβόλου ηπλωμένας εν τη γη…”
– Κείμενο: ερημίτης –
Μία μεγάλη απόδραση χρωστάς από της σύγχρονης της εποχής την κοσμική την σκέψη, η έρημος απέραντη που αγκαλιάζει ασκητικά την ταπεινή μορφή του Αγίου Αντωνίου.
Εκεί όμως κι ο διάολος με καμουφλάζ φιλεύσπλαχνου απέραντης στοργής, έρχεται τα μεσάνυχτα σπεύδει στον Μέγα Αντώνιο να του θυμίσει τα όμορφα τα κοσμικά, ότι οφείλει να γυρίσει. Κρατάει φανάρι, θέλει να φέξει την οδό που είναι η πεπατημένη. Πονάει, βλέπεις και κόπτεται μην μένει έτσι ο Γέροντας στο περιθώριο μόνος. Η απάντηση είναι “όχι”. Ο Άγιος με ένα φύσημα, σβήνει και το φανάρι.
Σαν σταρ της τηλεόρασης ο διάολος επανέρχεται την άλλη την βραδιά, καμπούρης μα ολόφωτος και με κοστούμι ωραίο, πιάνει και τον χλευάζει για τη αλλόκοτη φυγή. Με γενική διαπόμπευση στα media τώρα τον προκαλεί και με την άμεση γελοιοποίηση του.
Βρίσκει κλειστή την πόρτα του, ανέμενε εκεί για ώρες. Καπνός έπειτα έγινε. Η λάμψη του παρέμεινε για λίγο ορφανή, τελείωσε ο χρόνος της κι υστερα έσβησε κι αυτή.
Σε όρους πάντα σημερινούς, του κουβαλάει ο διάολος τηλεοράσεις plasma, άναρχη μουσική παίζει στη διαπασών, dolby surround ήχος, εικόνες ολικής καταστροφής, γυναίκες λάγνα λικνίζονται, ένας καπνός ολόγυρα απ’ την έρημο στα έγκατα η φωτιά του. Αρνητική απάντηση παρά την τόση ζέστη.
Πιάνει κι ουρλιάζει απ’ την οργή, drones που φέρουν κάμερες και οπλικά συστήματα μαυρίζουνε απ’ τη γωνιά αυτής της χαραυγής, φωτιές από τον ουρανό, μία αγχωτική φωνή καλεί από μεγάφωνα, πολύ απειλητικά πως κρίθηκε παράνομος, διατάζεται να εκκενωθεί ο χώρος.
“Η μοναδική εξουσία που έχεις, ήταν αυτή που σου δόθηκε άνωθεν” (Ιω. 19,11) είχε να σχολιάσει ο Άγιος. “Όχι” του απαντάει.
Ο διάολος με ένα νεύμα του τα σταματάει όλα, φέρνει λαμπρή λιακάδα ξαφνική. Με ένα καλό χαμόγελο έρχεται και του χτυπάει την πόρτα.
Πιάνει και τον συγχαίρει μέσα από την καρδιά του τώρα, του πλέκει το εγκώμιο για την αντίσταση του και τον καλεί μαζί να διαφεντεύσουν. Ο Ασκητής πίσω από το τζάμι κουνάει με τρόπο εμφατικό το στόμα του κι ανοίγοντας το σχηματίζεται ξεκάθαρα το “όχι”.
Ένας στρατός μόλις ξαναβραδιάσει έρχεται καταπάνω του. Ένας στρατός καταστολής, κοιτάζουν σε διόπτρες, μιλάνε στον ασύρματο, φορούν μάσκες στο πρόσωπο αντιασφυξιογόνες. Πιάνουν και τον κυκλώνουν.
Μια προσευχή του Ασκητή και πριν να εξαφανιστούν, με άτακτη υποχώρηση, στον διοικητή τους πρόφτασε και του ψιθύρισε στο αφτί, το λατρεμένο το “όχι”.
Ένα τσουβάλι νομίσματα χρυσά που βρήκε έξω απ’ την πόρτα του σε ένα ηλιοβασίλεμα τα έθαψε βαθιά, γεύμα πλουσιοπάροχο το πρόσφερε στα όρνια και ένα άτι λίγο αργότερα, άγριο και κατάμαυρο σαν μανιακό τριγύρω του καλπάζει. Άραγε πάλι ο διάολος ή μήπως ο εαυτός του;
Άτι που με σιωπή το ημέρωσε μέχρι η αυγή να έρθει.
Οι πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου, ο Δάσκαλος της ερήμου, ο Μέγας Ασκητής σου δίνει το εγχειρίδιο να δέσεις κόμπο άλυτο μια διαολοουρά.
Οι Πειρασμοί του Αγίου Αντωνίου και η έρημος, πιο επίκαιρα από ποτέ.