– Κείμενο: ερημίτης –
(Αποδομώντας την εικονική πραγματικότητά μου)
Θυμάμαι τώρα κάτι εποχές παλιές όπου είχα την ψευδαίσθηση ότι εγώ σαν άτομο είχα το μεγαλύτερο ειδικό βάρος από όλους. Απ’ όλους, απ’ τον καθένα χωριστά και τελικώς σε ένα κατάμεστο από ανθρώπους στάδιο αν θα με άφηνες, τίποτα δεν θα με εμπόδιζε να κάνω ως νικητής αδιαμφισβήτητος τον γύρο του θρίαμβου. Είναι ότι προέβαλα ειδικά τις όποιες δεξιότητες μου ως να ‘ναι το μέτρο σύγκρισης αυτές απεναντι στους άλλους συν το ακλόνητο μου επιχείρημα πως συμφωνώ μονάχα εγώ απόλυτα με τον… ίδιο τον εαυτό μου.
Πίστευα ότι είμαι πνεύμα ελεύθερο και κάνω αυτό που θέλω. Όμως μιλάμε για μία τέτοιας υφής ελευθερία ώστε αν αποφάσιζα να κόψω όλες εκείνες τις γλυκές συνήθειες εθισμού για μία μόνο ημέρα, απ’ το στερητικό το σύνδρομο που θα επακολουθούσε θα έκρουα το κρανίο μου πάνω σε κάποιον τοίχο.
Η ζωή μέσα στην εικονική πραγματικότητα του προσωπικού μου Matrix και σε καλωσορίζω κι έχω την υποψία ότι δεν με διαβάζεις τώρα για να δεις γύρω από την ζωή μου αυτή από απλό κουτσομπολιό, αλλά διότι μάλλον αντιλαμβάνεσαι ότι κάπως σου μοιάζω…
Αναζητώντας τώρα, την αγάπη προς τον πλησίον, αντιλαμβάνεσαι στο πλήρωμα του χρόνου πως δεν υπάρχει ούτε ο πλησίον καν. Όλοι είναι εν δυνάμει εχθροί σου και ανταγωνιστές μες στη συνείδησή σου. Θα κριτικάρεις τον σύντροφο σου στην αδερφή σου ένα πρωί, το ανάποδο το βράδυ, τους συναδέλφους στη δουλειά, όλους σε όλους για όλη μέρα και έμεινε η αγάπη μία κούφια λέξη -political correct- στο γεμισμένο make up -εντός κι εκτός- το στόμα κάποιας τηλεπερσόνας σε μία εικονική πραγματικότητα τώρα συλλογική.
Γύρω από ελεημοσύνη δεν θα μιλήσω καν. Μια σύγκριση απλή αρκεί ανάμεσα στα άχρηστα εκείνα γύρω μου όπου έχω αγοράσει και στην ενθύμηση όλων αυτών που ήτανε σ’ ανάγκη κι όπου δεν έχω βοηθήσει.
Ωστόσο το καλύτερο, μου το έχω για το τέλος και αφορά την τελευταία μου ψευδαίσθηση που μου υπαγορεύει πως από τον κόσμο των σκιών τάχα έχω δραπετεύσει. Ως αφορμή μία ιστορία που άκουσα, όπου όσο κι αν φαίνεται απίστευτη ή ακόμη και κωμική, παρόλα αυτά έχει συμβεί στ’ αλήθεια και θα την χαρακτήριζα καλύτερα ως κωμικοτραγική. Με μία πρόταση, αυτή αφορά έναν άνθρωπο όπου μία Δευτέρα το πρωί επρόκειτο να γίνει μοναχός σε κάποιο μοναστήρι, μα Κυριακή το βράδυ -επέτρεψε ο Θεός- και του έλαχε ο πρώτος αριθμός στην κλήρωση του Τζόκερ.
Με το Ευαγγέλιο και με τον Λόγο του Χριστού να δείχνουνε στα μάτια και στα αυτιά μου κάποτε ως πράγματα ψυχαναγκαστικά και ως παρωχημένα, με το Ευαγγέλιο και με τον Λόγο του Χριστού να είναι τα πλέον ζωντανά και εκσυγχρονισμένα, το αφήνω αυτό ως μόνη διαπίστωση από εδώ, τον κόσμο των σκιών όπου ακόμη διαμένω.
Κι όσο για αυτόν τον άνθρωπο, πιο πάνω όπου ανέφερα, που θα γινόταν μοναχός, νομίζω πως είναι περιττό να γράψω ότι δεν πήγε. Βλέπεις μιλάμε για άνθρωπο, μου μοιάζει και σου μοιάζω.
Ἀδελφοί, ἤσαστε κάποτε σκοτάδι, ἂλλὰ τώρα εἶσθε φῶς ἐν Κυρίῳ· νὰ φέρεσθε σὰν παιδιὰ τοῦ φωτός
(Απόστολος Παύλος, προς Εφεσίους ε΄ 8 )