Χρήστος Γιανναράς, καθηγητής φιλοσοφίας και συγγραφέας
Ο άνθρωπος είναι λογικός επειδή είναι ύπαρξη ερωτική (desidero είναι το φροϋδικό cogito, λέει ο Λακάν) και είναι ύπαρξη ερωτική επειδή ο Θεός είναι απουσία. Όμως απουσία σημαίνει ζωτική στέρηση, επώδυνη δίψα, σκοτάδι αλγεινό.
«Περπατάω μέσα στη νύχτα σου», συνεχίζει ο λόγος του Σάρτρ. «Δώσ’ μου το χέρι σου, πές μου, η νύχτα είσαι εσύ, έτσι; Η νύχτα, η σπαρακτική ολική απουσία. Είσαι ο Παρών στην καθολική απουσία, Αυτός που τον ακούμε όταν όλα σωπαίνουν, Αυτός που τον βλέπουμε όταν δεν φαίνεται τίποτα. Πανάρχαια νύχτα, μεγάλη νύχτα ή πρίν τα υπαρκτά…»
Αυτή την Απουσία που μας εξανθρωπίζει την εισπράττουμε σαν νύχτα, δεν την αντέχουμε οι άνθρωποι. Πώς και γιατί δύσκολο να καταδειχθεί, πάντως οι άνθρωποι θέλουμε αντί για την Απουσία αισθητά φετίχ, τετράγωνες αποδείξεις ύπαρξης και παρουσίας. Θέλουμε να κατέχουμε βεβαιότητες, ιδιόκτητα πειστήρια, από τα πειστήρια να αρυόμαστε εξουσία. Μας ενδιαφέρει ο εαυτός μας και μόνο, ο Θεός είναι απλό «αξεσουάρ» του εγώ μας. Τον χρειαζόμαστε για να μας προσδίδει αυτοπεποίθηση, κύρος, κοινωνική υπόληψη. Να μας ευκολύνει στις δυσκολίες του βίου, να είναι το ψυχολογικό αντίδοτο στις φοβίες, στους πανικούς μας. Και τελικά να μας «σώσει»: να μας εξασφαλίσει ύπαρξη και μετά τον θάνατο – να υπάρχει το εγώ μας αιώνια, χωρίς τελειωμό.
Αλλά να που ένας «άθεος», ο Σάρτρ, αναποδογυρίζει την εγωκεντρική (δήθεν «ένθεη») σωτηριολογία μας. «Ας με κολάσει εκατό, χίλιες φορές, αρκεί να υπάρχει».
Ο «άθεος», με απρόσμενο άλμα, φτάνει στο απόγειο της ερωτικής ανιδιοτέλειας. Αν υπάρχει μου αρκεί, κι εγώ ας κολάζομαι. Το πρώτιστο του πόθου μου είναι Εκείνος.
“Αν υπάρχει, όλα έχουν νόημα: η ύπαρξή μου και ο κολασμός μου, το καλό και το κακό, η δικαιοσύνη και η αδικία, ο κόσμος και η Ιστορία. “Αν Αυτός υπάρχει, όλα ξεκινάνε από την αγάπη και στοχεύουν στην αγάπη, όλα είναι σχέση μαζί Του, όλα κρίνονται με μέτρο την ανταπόκριση στον μανικό Του έρωτα για τα πλάσματά Του.
“Έχει νόημα η ύπαρξη όταν η ζωή γίνεται σχέση – τη σχέση δεν μπορεί να την καταλύσει ο θάνατος”. Αν «και αι τρίχες της κεφαλής ημών εισίν αριθμημέναι», αν υπάρχει μια Αγάπη που μελουργεί το θαύμα του κόσμου, αν η σοφία και η ομορφιά των κτισμάτων είναι λόγος κλητικός σε πληρότητα σχέσης, τότε η δίψα του ανθρώπου έχει ζωτικό στόχο και η ελπίδα ρεαλισμό. Διψάμε τη ζωή, δηλαδή τη σχέση μαζί Του,
όχι την ατομική αιώνια επιβίωση, όχι την κόλαση μιας ατελεύτητης εγωτικής μοναξιάς.