– Κείμενο: ερημίτης –
Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον με επίγνωση θανάτου. Με χαραγμένη μέσα του την έννοια του καλού, αργότερα και στη ζωή του όλη, θα παραμένει εκεί αυτή αν και διαστρεβλωμένη. Κάθε μικρό του ή και μεγάλο έγκλημα, θα σπεύδει να το ερμηνεύσει με τρόπο θετικό. Ένας δικαιωματισμός που ισχυροποιείται. Ένα αμφισβητήσιμο “καλό” που πάντα επικαλείται.
Ο άνθρωπος που ερωτεύεται και λέγεται ότι ο έρωτας στον άνδρα βαστάει δυο χρόνια, τόσο όσο δηλαδή ώστε να καλυφθεί ολόκληρη η περίοδος της κύησης, στο ταίρι του, χρονικά, καθώς και το διάστημα που θα μπορέσει το παιδί όρθιο να σταθεί. Δυο χρόνια ώστε μετά χαράς να βρίσκεται εκεί ως προστάτης. Ύστερα, πλέον μόνος, χωρίς υποβοήθηση, καλείται να ανεβεί επίπεδο κι ολόψυχα να δοθεί.
Κι ύστερα πλέον μόνος.
Ο άνθρωπος που ανταγωνίζεται και δια αυτού του τρόπου από καιρό φόνευσε τον πλησίον, που τον αντικατέστησε -μες στη συνείδησή του- με ένα σωρό εχθρούς.
Ο άνθρωπος με έμφυτη τη χαρά της γνώσης, μα αντί να την αναζητά στο πέρα και στο επάνω αρκείται στην πληροφορία από ένα κουτσομπολιό.
Ο άνθρωπος είναι το μόνο ον που δεν αισθάνεται πληρότητα σε κάθε απλή στιγμή. Είναι το πνεύμα υπεύθυνο και όντας νηστικό δεν χαλιναγωγείται.
Και καταντάει ο άνθρωπος το μόνο ον με διαστροφή.
Ο άνθρωπος που ζει στην αφιλόξενη τη γη και δέχεται ερεθίσματα για μία καλύτερη ζωή, που χάνεται μοιραία στο δίπολο οδύνης και ηδονής. Όμως σχεδὸν συμπίπτουν. Ερεθίσματα, τόσα πολλά σε αριθμό αυτή την εποχή, μέσα σε μία ημέρα, σε αντιδιαστολή με μια παλαιότερη, όπου απαιτούνταν έξι μήνες τότε, ο αριθμός αυτός για να συμπληρωθεί.
Ο άνθρωπος που δεν θα σε σεβαστεί εάν δεν σε φοβάται.
Ο άνθρωπος που εξουσία θα ασκήσει επάνω σου όταν θα του δοθεί.
Ο άνθρωπος που θα σε συμπονέσει μόνο όταν πληγωθεί.
Που θα μετανοήσει μόνο όταν καταδικαστεί.
Ο άνθρωπος όπου εκτός από επίγνωση θανάτου, έχει αναλογικά, ίσως και την μακροβιότερη παιδική περίοδο στον βίο του από όλα τα θηλαστικά. Θα χρειαστεί καιρό μέχρι να περπατήσει, μέχρι να αρθρώσει πρόταση, να αυτοεξυπηρετηθεί. Αυτό, προσωπικά, δεν ξέρω γιατί συμβαίνει. Όμως θα συμπεράνω ότι με αυτόν τον τρόπο, σε παιδικά τραύματα στην ψυχή επί μακρόν έχει την μοίρα να εκτεθεί.
Τροφή για λίγη σκέψη, απλά το κείμενο αυτό. Κάτι σαν σνακ νηστίσιμο μες στη Σαρακοστή.
Κι ενώ κοιτώ μετέωρος, σκεπτόμενος, τί επίλογο να βάλω, η θύμηση τελικά με οδήγησε σε μια κουβέντα κάποιου Αγιορείτη ασκητή. Μου είχε μιλήσει κάποτε για ένα μικρό παράπονο του Αγίου Παϊσίου, όπου μαζί του μια βραδιά, το είχε μοιραστεί:
«Βγαίνω στον κόσμο έξω που και που και όλοι τα ίδια λένε: “Να, πάτερ, εμείς καλοί άνθρωποι είμαστε, νοικοκυραίοι, ήσυχοι” και μέσα μου αναρωτιέμαι, μονάχα εγώ σε όλον τον κόσμο, βρε παιδί μου, αισθάνομαι ο πιο αμαρτωλός;»