Όσιος Νικηφόρος ο Μονάζων
Γνωρίζεις ότι αυτό που αναπνέομε είναι ο κοινός αέρας, και τον εκπνέομε όχι για άλλο τίποτε, παρά για την καρδιά, γιατί αυτή είναι η αιτία της ζωής και της θερμότητας του σώματος. Η καρδιά, δηλαδή, φέρνει προς τον εαυτό της τον αέρα της αναπνοής ως ένα μέσο που θα μεταφέρει έξω, με την εκπνοή, μέρος της θερμότητάς της, ώστε η ίδια να διατηρεί τη σωστή θερμοκρασία. Αίτιος, ή μάλλον υπηρέτης αυτής της λειτουργίας είναι ο πνεύμονας, που τον έκανε ο Δημιουργός με αραιή δομή ώστε σαν ένα φυσερό να εισάγει και να εξάγει χωρίς δυσκολία τον αέρα. Έτσι η καρδιά με την αναπνοή ψύχεται, αποβάλλοντας θερμότητα, και επιτελεί απαράβατα αυτή τη λειτουργία, στην οποία έχει οριστεί για τη διατήρηση της ζωής.
Εσύ, λοιπόν, αφού καθίσεις και συγκεντρώσεις το νου σου, πέρασέ τον στην αναπνευστική οδό που αρχίζει από τη μύτη και οδηγεί τον αέρα στην καρδιά· και ώθησε το νου σου κι ανάγκασέ τον να κατεβεί μαζί με τον εισπνεόμενο αέρα στην καρδιά. Κι όταν εισέλθει εκεί, τα μετέπειτα δεν θα είναι πλέον χωρίς ευφροσύνη και χαρά. Όπως δηλαδή ένας άνδρας που είχε απουσιάσει μακριά από το σπίτι του, όταν επιστρέψει, δεν ξέρει τι κάνει απ’ τη χαρά του που αξιώθηκε να συναντήσει τα παιδιά του και τη γυναίκα του, έτσι και ο νους όταν ενωθεί με την ψυχή, γεμίζει από ανείπωτη ηδονή και ευφροσύνη. Λοιπόν, αδελφέ, συνήθισε το νου σου να μη βγαίνει γρήγορα από εκεί. Στην αρχή στενοχωρείται πάρα πολύ από το εκεί κλείσιμο και τον περιορισμό· όταν όμως συνηθίσει, δεν ανέχεται πια να περιφέρεται έξω. Γιατί η βασιλεία των ουρανών είναι μέσα μας, και καθώς ο νους την παρατηρεί εκεί και με την καθαρή προσευχή την επιδιώκει, νομίζει βδελυρά και μισητά όλα τα έξω.
Αν λοιπόν με την πρώτη προσπάθεια εισέλθεις με το νου σου στον καρδιακό τόπο που σου υπέδειξα, ευχαρίστησε και δόξασε το Θεό, και σκίρτησε και εξακολούθησε αυτή την εργασία για πάντα. Αυτή είναι που θα σε διδάξει εκείνα που δε γνωρίζεις. Πρέπει ακόμη να μάθεις και τούτο· όταν ο νους σου βρίσκεται εκεί, να μη σιωπά και να μην κάθεται αργός, αλλά να έχει ως έργο και ακατάπαυστη μελέτη του το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με», και να μην το σταματά ποτέ. Γιατί αυτό διατηρεί το νου συγκεντρωμένο, τον αναδεικνύει ανίκητο και απρόσβλητο κατά τις επιθέσεις του εχθρού και του αυξάνει καθημερινά την αγάπη και τον πόθο του Θεού.
Αν πάλι, αδελφέ, παρά τις εντατικές σου προσπάθειες, δεν μπορείς να εισέλθεις στην περιοχή της καρδίας καθώς σου περιέγραψα, κάνε αυτό που σου λέω τώρα, και με τη βοήθεια του Θεού θα βρεις ό,τι ζητάς. Γνωρίζεις ότι το λογιστικό μέρος της ψυχής κάθε ανθρώπου βρίσκεται στο στήθος. Εκεί, μέσα στο στήθος, και όταν σωπαίνουν τα χείλη, μιλάμε και σκεπτόμαστε και συνθέτομε προσευχές και ψαλμούς και άλλα. Αφαίρεσε λοιπόν από το λογιστικό κάθε λογισμό —μπορείς, αν θέλεις—, και δώσε σ’ αυτό το «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Και ανάγκασέ το να φωνάζει εσωτερικά πάντοτε αυτό αντί οποιαδήποτε άλλη έννοια. Αν αυτό το τηρήσεις γι’ αρκετό καιρό, αναμφίβολα θα σου ανοιχτεί μέσω αυτού και η καρδιακή είσοδος, όπως έχομε γράψει και όπως κι εμείς από την πείρα έχομε μάθει. Κι ακόμη, θα έρθει σε σένα, μαζί με την πολυπόθητη και τερπνή προσοχή, κι όλη η χορεία των αρετών, αγάπη, χαρά, ειρήνη κλπ., που θα ικανοποιήσουν όλα τα αιτήματά σου με τη χάρη του Ιησού Χριστού, του Κυρίου μας. Σ’ Αυτόν, μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, ανήκει η δόξα, η εξουσία, η τιμή και η προσκύνηση, και τώρα και πάντοτε και σ’ όλους τους αιώνες. Αμήν.
Από την Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών