-Κείμενο: π. Ιγνάτιος-
Τί είναι η ζωή μας μέσα στην Εκκλησία; Είναι μια πορεία, αδελφοί μου. Μία πορεία πίσω από το Χριστό, ο Οποίος μας είπε «Ὅστις θέλει ὁπίσω μου ἐλθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι». Αυτή η πορεία έχει δύο χαρακτηριστικά θα λέγαμε: πρώτα απ’ όλα την ελευθερία! Όποιος θέλει και το επιλέξει επειδή ο ίδιος το επιθυμεί, αγαπά και αγωνίζεται να ακολουθήσει με πιστότητα τα βήματα του Χριστού. Καταναγκασμοί, κακομοιριές και υποχρεώσεις δεν ταιριάζουν στο Χριστό και ούτε έχουν καμία σχέση μαζί Του! Το δεύτερο χαρακτηριστικό της πορείας μας πίσω από το Χριστό είναι ο Σταυρός. Πρώτος ο Χριστός δέχθηκε το Σταυρό, ανέβηκε στο Γολγοθά, σταυρώθηκε και πέθανε. Μας καλεί, λοιπόν, κατά κάποιο τρόπο να Τον μιμηθούμε σηκώνοντας το δικό μας σταυρό.
Τί είναι, όμως, για εμάς η άρση του Σταυρού; Να πάρουμε ένα σταυρό στην πλάτη και να περπατάμε μέχρι κάποιος να μας καρφώσει πάνω του, για να πεθάνουμε κι εμείς; Όχι! Ο δικός μας σταυρός είναι ο αγώνας μας. Ο αγώνας μας να αποδείξουμε ότι πραγματικά και όχι θεωρητικά αγαπούμε το Θεό «ἐξ ὅλης τῆς διανοίας, ἐξ ὅλης καρδίας καί ἐξ ὅλης τῆς ἰσχύος» μας. Και πώς θα αποδείξουμε την αγάπη μας; Ο ίδιος ο Κύριος μας δίνει την απάντηση «ὁ ἔχων τὰς ἐντολάς μου καὶ τηρῶν αὐτὰς ἐκεῖνός ἐστι ὁ ἀγαπῶν με». Ο πνευματικός μας αγώνας να εφαρμόσουμε τις εντολές του Ευαγγελίου είναι ο δικός μας σταυρός. Και είναι σταυρός, γιατί πράγματι δεν είναι αυτός ο αγώνας εύκολος. Είναι ένας αόρατος μεν, αλλά αληθινός πόλεμος «πρὸς τὰς ἀρχὰς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ αἰῶνος τούτου». Στην προσπάθειά μας να εφαρμόσουμε το λόγο του Ευαγγελίου στη ζωή μας έχουμε να παλέψουμε με δυνατούς εχθρούς, οι οποίοι το μόνο που επιζητούν είναι να μας ρίξουν στην αμαρτία και να μας κυλήσουν στην ακαθαρσία μακριά από το Θεό.
Και οι εχθροί αυτοί είναι ο διάβολος, ο κόσμος και ο εαυτός μας.
Ο διάβολος μισεί τόσο πολύ το Θεό και ζηλεύει τον άνθρωπο, ώστε αγωνίζεται με κάθε δυνατό μέσο να ρίξει όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους στην αμαρτία και κατ’ επέκταση στην κόλαση με στόχο να πληγώσει και να πονέσει το Χριστό λέγοντάς του «Κοίτα πόσους πήρα μαζί μου και τους τράβηξα μακριά σου! Εσύ πέθανες γι’ αυτούς, αυτοί όμως καμία σημασία δεν έδωσαν στη θυσία σου. Τσάμπα πέθανες γι’ αυτούς»! Μ’ αυτό το σκοπό έρχονται οι δαίμονες και με κύριο μέσο τους το λογισμό προσπαθούν να μας επηρεάσουν σιγά-σιγά και να μας οδηγήσουν στην παράβαση του Ευαγγελίου.
Στη συνέχεια, ο κόσμος, όλη η κατάσταση της εποχής μας αλλά και κάθε εποχής, που πάντοτε και με μαθηματική ακρίβεια κινείται όλο και πιο μακριά από το Θεό και προσπαθεί να μας τραβήξει κι εμάς προς την αποστασία λέγοντας «ο κόσμος αλλάζει και προχωράει! Ποιος λογικός άνθρωπος μένει πιστός σε πράγματα άλλων εποχών, ο Μεσαίωνας πέρασε πια» και άλλα τέτοια, λες και ο λόγος του Θεού είναι ένας ποινικός κώδικας, που κάθε τόσο ανανεώνεται και προσαρμόζεται για να ακολουθεί την πορεία της κοινωνίας, ενώ αντίθετα η κοινωνία θα έπρεπε πάντοτε να ακολουθεί το λόγο του Θεού και να ρυθμίζεται απ’ αυτόν.
Τελευταίος αντίπαλος, αλλά επιτρέψτε μου να πω, και πιο δύσκολος είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Οι αδυναμίες μας, τα πάθη μας, η άνεση και η καλοπέρασή μας μας τραβάνε πραγματικά μακριά από το Θεό. Το Ευαγγέλιο μας λέει ότι οφείλουμε να αγωνιστούμε με βία στον εαυτό μας και στην πνευματική μας άσκηση αλλά εμείς το μόνο που κάνουμε είναι να καλοπιάνουμε, να αναπαύουμε εγωιστικά και να προσέχουμε τον εαυτό μας. Και ακόμα χειρότερα μπροστά σε όλα αυτά προσπαθούμε και να δικαιολογούμε τον εαυτό μας.
Αυτό έκανε ο Χριστός, ο ίδιος ο Θεός; Αυτός που όντας τέλειος Θεός, κατέβηκε στη γη και έζησε ως ο ταπεινότερος άνθρωπος και καταδέχθηκε να πονέσει, να πεθάνει πάνω στο ξύλο του Σταυρού;
Ας ζορίσουμε λίγο τον εαυτό μας, αδελφοί μου, για να ακολουθήσουμε το Χριστό στην πορεία αυτή προς τον ουρανό. Ας προσπαθήσουμε να μείνουμε σταθερά κοντά Του με τον αγώνα μας να αρνηθούμε οτιδήποτε Τον στεναχωρεί. Κάθε αμαρτία μας πληγώνει το Θεό. Αλλά περισσότερο πληγώνει το Θεό όχι η αμαρτία, αλλά η εμμονή μας σ’ αυτή και η επιθυμία μας να ζήσουμε μ αυτή και όχι να ζητήσουμε συγγνώμη και να μετανοήσουμε γι’ αυτή. Δεν τελειώνει η ζωή μας σε μια αμαρτία, εφόσον άμεσα μετανοήσουμε, εξομολογηθούμε και λάβουμε τη συγχώρηση γι’ αυτή. Για τους πατέρες της Εκκλησίας μας, αμαρτία δεν είναι η άπαξ τελούμενη αμαρτία, αλλά η θέλησή μας να την επαναλάβουμε και να της επιτρέψουμε να γίνει μόνιμη συνήθειά μας.