– Κείμενο: ερημίτης –
Με πλησίασε ένα βράδυ, είχε ύφος συνωμοτικό.
«Θέλω να σου δείξω κάτι» είπε κοφτά και ήρθε κάπως πλάγια, διακριτικά κοντά μου. Ο Σ. έχει γίνει ένας πρόσφατος γνωστός μου, ο οποίος για όσο καιρό με ξέρει, εύκολα αντιλαμβάνομαι πως τρέφεται με το να μου θέτει αμφισβητήσεις γύρω από την Ορθόδοξη πίστη, το πρόσωπο του Χριστού, να μου αραδιάζει θεωρίες πανθεϊστικής φύσεως και γενικότερα με το να προσπαθεί να πατρονάρει την κατάσταση σε ένα αδιέξοδο πνευματικό.
Τώρα ήμουν περίεργος να δω τι το καινούργιο είχε σκαρφιστεί. Τον έβλεπα στα απόμερα να ξεκουμπώνει το μπουφάν του και με βία να προσπαθεί να κατεβάσει λίγο το μπλουζάκι του αποκαλύπτοντας μου έτσι έναν μεταλλικό σταυρό λαιμού.
-«Επειδή σου έχω πει τόσα πράγματα κατά καιρούς, να ξέρεις ότι εγώ είμαι με τον Χριστό, με την Εκκλησία δεν είμαι γιατί το έχει παρατραβήξει…»
Κοίταζα την ανάγλυφη μορφή του Εσταυρωμένου επάνω στον σταυρό, στο ύψος του λαιμού του καθώς και με την περιφερειακή μου όραση, ψηλότερα, το καρφωμένο σε εμένα βλέμμα του, που έψαχνε δικαίωση.
Αυτή ακριβώς η φράση και η αντίληψη είναι αρκετά διαδεδομένη στη σύγχρονη μας κοινωνία και έτσι αυτό το περιστατικό αποτελεί μια αφορμή λιγάκι να θιχτεί.
-«Μα αυτό που λες δεν βγάζει νόημα και επίσης είναι κάπως παιδαριώδες…» του απάντησα και η όποια αγανάκτηση που είχε πριν το βλέμμα του έγινε απορία. «Καταρχάς» συνέχισα «πρέπει να γνωρίζεις ότι την Εκκλησία την ίδρυσε ο ίδιος ο Χριστός».
-«Αυτό δεν είναι αλήθεια!» απάντησε με έμφαση και μία ακόμη θεωρία πήγε να ξεκινήσει. Τον διέκοψα: -«Κοίταξε, δεν πρόκειται τώρα να σου αραδιάσω ένα σωρό στοιχεία και επιχειρήματα όπου όλα συνηγορούν σε αυτό, παρά θα σου θυμίσω κάτι που μάλλον ξέρεις ήδη και που θα το έχεις ξανακούσει. Πρόκειται για εκείνη τη φράση – λογοπαίγνιο του Χριστού απέναντι στον Πέτρο, όταν του είχε πει πως θα τον κάνει πέτρα στην Εκκλησία Του. Έκτοτε λοιπόν, η Εκκλησία ιδρύθηκε από Εκείνον και αποτελείται βεβαίως από ανθρώπους. Από ανθρώπους όπου ήδη από τα αρχαία εκείνα χρόνια υπάρχουν οι περιγραφές πως μέσα στην Εκκλησία τα πράγματα δεν τα είχανε φτιαγμένα πάντα ρόδινα. Όλα όσα σου λέω περιγράφονται ευθέως και ακομπλεξάριστα στις Πράξεις των Αποστόλων, όπως και στις επιστολές του Παύλου.
Δεν γίνεται να ξεχωρίζεις και να επιλέγεις λοιπόν σε πράγματα αλληλένδετα, αλλά και δεν σε ωφελεί. Πρέπει μέσα σε όλο αυτό να αγωνίζεται ο άνθρωπος, να καταθέτει και το προσωπικό του στίγμα».
Ο Σ. κούναγε το κεφάλι του δυσφορώντας και είχε πάρει πλέον μια στάση αμυντική.
-«Ναι αλλά όλα είναι δήθεν, γιατί να μην κάνει κάποιος απλά το καλό χωρίς όλες αυτές τις φανφάρες;»
-«Μα αν το θέμα μας είναι απλά η καλοσύνη τότε μπορεί και κάποιος εκτός Εκκλησίας να την έχει. Το ζητούμενο είναι κάτι απείρως μεγαλύτερο από αυτό. Και πάλι θα σου πω μια περιεκτική κουβέντα χωρίς να σε μπλέξω βαθύτερα. Όταν για παράδειγμα λοιπόν, πριν από 500 ή 1000 χρόνια σε κάποιο απομακρυσμένο χωριό της Ελλάδας, οι ντόπιοι αποφάσιζαν να μαζευτούν και να χτίσουν όλοι μαζί έναν ορθόδοξο ναό, το ζητούμενο τους δεν ήταν να βάλουν μετά εκεί έναν παπά ώστε π.χ. να βοηθάει τους φτωχούς. Αυτό, οι χωρικοί -όσοι ήθελαν- φαντάζομαι το κάνανε ήδη. Την εκκλησία όμως θα την έχτιζαν ώστε να κάνουν πέρα από τα Μυστήρια κλπ, κυρίως τη Θεία Λειτουργία».
Τέλος, τον ρώτησα να μου πει, πώς θα με χαρακτήριζε, κατά τη γνώμη του, εάν ισχυριζόμουν και εγώ κάτι παρόμοιο κατά το πρότυπό του και στρεφόμουν δηλαδή συνολικά προς μία κοινωνική ομάδα, λέγοντας πχ. ότι :”Οι άθεοι είναι διεφθαρμένοι…”
-«Ότι έχεις “κολλημένο μυαλό”, θα έλεγα» μου απάντησε και κάπως ενοχικά τώρα χαμογελούσε. «Συ είπας» του αντιγύρισα και χαμογέλασα κι εγώ.
Εκείνο που δεν του είπα μα το σκεφτόμουν φεύγοντας είναι ότι αυτή η εύκολη επίθεση ενάντια στην Εκκλησία είναι μια κίνηση συχνά δαιμονική, σε έναν αόρατο κόσμο γύρω μας, όπου αγνοούν και τον χλευάζουν οι πολλοί.
Η Εκκλησία που ίδρυσε ο Χριστός με όλα τα χάλια που έχει εξαιτίας της ατελούς μας φύσης, με όλη την θανάσιμη έχθρα που εισπράττει από όλες τις πλευρές, ακριβώς διότι η ουσία της έχει DNA Χριστού, στις μέρες μας τις σκοτεινές, του αυτομηδενισμού, θεωρώ πως κάνει επιπρόσθετα και κάτι πολύ ευεργετικό σε άτομα σαν τον Σ. έστω και αν δεν το ξέρει:
Είναι ο μόνος φορέας που απέμεινε όπου σου θέτει όρια. Όμως προσοχή: Τα όρια για κάποιον εντός της Εκκλησίας πρέπει να έπονται της Θείας Χάρης. Πρώτα γνωρίζεις δηλαδή κάτι από την θεϊκή χαρά και την ελευθερία και ύστερα πλέον το ζητάς, ώστε να εναρμονιστείς, γητεύοντας το άγριο μαύρο άτι.
Για τους εκτός Εκκλησίας τώρα, η ύπαρξη των ορίων είναι ευεργετική, όχι διότι θα πρέπει να περιοριστούν σε αυτά, μα μόνο και μόνο η γνώση πως βρίσκονται απλωμένα εκεί, είναι από μόνη της σωτήρια.
Το πρόβλημα της εποχής μας, αυτή η καινούργια έκφραση, είναι πως σε παρακινεί να υποταχθείς στο πιο μεγάλο πάθος, παράλληλα όμως σου το ντύνει και όμορφα ιδεολογικά. Για να το πω πάλι απλούστερα και περιεκτικά: Ό,τι χαζομάρες έχω κάνει προσωπικά, παλαιότερα, πάντα είχα την επίγνωση στο πίσω μέρος του μυαλού αλλά και την αντίληψη περί σωστού και λάθους. Τώρα αυτό έχει πια χαθεί.
Και αν τα πάντα, η παραδοσιακή οικογένεια, το σχολείο, η τέχνη, η τηλεόραση, οι ψυχολόγοι, η ίδια καθημερινότητα έχουνε “εκσυγχρονιστεί”, να χαίρεσαι που η Εκκλησία είναι παρούσα, ζωντανή, ακόμη και αν σε αυτή τη φάση της ζωής σου εσύ αποκαλείς “οπισθοδρομική”.
Τα όρια θα σου υπενθυμίζουν πάντα πως είσαι άνθρωπος με καλλιέργεια ψυχική και διάκριση.
Η Εκκλησία… ότι υπάρχει και Θεός…