– Κείμενο: Δημήτρης Αθωνίτης –
Πρωί Αγίου Νικολάου στο νοσοκομείο, για τακτικό έλεγχο. Απέναντι ο ηλικιωμένος ιερέας περιμένει υπομονετικά τη σειρά του. Μέσα στην πολύχρωμη βοή του νοσοκομείου, ανάμεσα σε γιατρούς, νοσοκόμους και ασθενείς το μαύρο ράσο του, ξεχωρίζει. Ίσως να δίνει και μια αίσθηση της παρηγορητικης παρουσίας όλων αυτών που αφιέρωσαν τη ζωή τους ολόκληρη στο Θεό, σε ένα μέρος όπου οι προσευχές των ασθενών και των οικείων τους, αναπεμπονται αδιάλειπτα στο Θρόνο του Δεσπότη. Αυθόρμητα μου έρχεται μια σκέψη στο μυαλό. Το ράσο είναι κάτι που σε ακολουθεί και σε καθορίζει για πάντα. Σαν το φορέσεις δεν υπάρχει επιστροφή. Ένας μαγνήτης που τραβά επάνω του όλες τις λύπες, όλα τα βάρη, όλους τους αναστεναγμούς του κόσμου. Και αναρωτιέμαι: Πόσοι και πόσοι άνθρωποι δεν ακούμπησαν επάνω στο πετραχήλι των απλών ιερέων όλα τα βαρίδια της ζωής τους; Πόσες δακρυβρεχτες εξομολογήσεις δεν άλλαξαν τη ροτα της ζωής τούς; Πόσοι και πόσοι δεν έφυγαν ξελαφρωμενοι και “αναγεννημένοι” από το “ιαματικό λουτρό της εξομολόγησης”; Πόσα “ανάξια” χέρια δεν έδωσαν το Σώμα και το Αίμα Τού σε ετοιμοθάνατους, βαριά άρρωστους, λεπρούς, φυματικους, μετανοουντες της τελευταίας στιγμής που ζητούσαν κυριολεκτικά στο τέλος της ζωής τους μια μικρή γωνιά στον Παράδεισο και την αποφυγή της αιώνιας καταδίκης; Πόσα παιδιά μεγάλωσαν και σπούδασαν στα χέρια των απλών αυτών ιερέων; Πόσα βρήκαν παρηγοριά κοντά τους, όταν η οικογένεια και δικοί τους άνθρωποι χάθηκαν ή τούς απαρνήθηκαν; Η σύγκριση με όσα ακούμε και βλέπουμε αναπόφευκτη. Τότε μου έρχεται στο νου κάτι που, όλοι μας ως άνθρωποι πολύ συχνά – σχεδόν συνέχεια – λησμονουμε:” Μη κρίνετε ίνα μη κριθείτε- εν ω γαρ κρίματι κρίνετε κριθήσεσθε, και εν ω μέτρω μετράτε μετρηθήσεται υμίν»”. Χρόνια πολλά και καλό υπόλοιπο Σαρακοστής σε όλους μας.