– Κείμενο: Δημήτρης Αθωνίτης –
Σαν «ξένοι» περιφέρονται πάνω σ’ αυτή τη γη.
Μοναχικοί, «ακοινώνητοι» δίχως τιμές και κάλλη.
Ψάχνοντας ασταμάτητα το «Ζωντανό Νερό»,
μήπως και σβήσουνε τη δίψα της ψυχής τους τη μεγάλη.
Βρίσκουν ανήλιαγες γωνιές και κάνουν προσευχές.
Πάνε κοντά σ’ αυτούς που μια ζωή νηστεύουν.
Προσφέρουν δώρα τις καρδιάς τους τις ευχές.
Ακόμη και σ’ αυτούς που χρόνια τώρα τους «ληστεύουν».
Στερούνται το νερό και το ψωμί.
Σφίγγουν το στόμα και ματώνουνε τα χείλη.
Μένουν μονάχοι, μιας και ζουν μες΄ τη σιωπή.
Σφουγγίζουνε τα δάκρυα σε κάποιο πετραχήλι.
Σφραγίζουν τις αισθήσεις τους σ’ όλες τις «προσβολές».
Αυτοεξόριστοι απ’ τον κόσμο των ειδώλων.
Ακολουθούν στην έρημο τους αναχωρητές.
Γίνονται όνειδος, ντροπή για χάρη όλων.
Ρίχνουν στο πέλαγος τις κάλπικες τους αρετές.
Δεν περιμένουνε κανείς να τους αναζητήσει.
Γίναν εκούσια για Σένα νηστευτές.
Γιατί Σε ψάχνουν μια ζωή σ’ αυτή την κτίση.