afougrazomenos-ti-siopi

Αφουγκραζόμενος τη σιωπή

– Κείμενο: Δημήτρης Αθωνίτης –

Στη ζωή του έρχονταν κάποιες στιγμές, ώρες ακόμη και ημέρες ολόκληρες που ένιωθε πως κάπου έχανε το δρόμο. Αποπροσανατολιζόταν, κάνοντας έτσι αμέτρητους και βασανιστικός κύκλους γύρω από τον ίδιο του τον εαυτό. Μια ατέρμονη εσωτερική περιδίνηση χωρίς καμία διαφαινόμενη προοπτική εξόδου. Και κάπου εκεί, ζαλισμένος στο κέντρο του προσωπικού του αυτό-στροβιλισμού έπαιρνε την απόφαση να αναζητήσει για ακόμη μια φορά «σανίδα σωτηρίας». Ένα πρόσωπο, ένα κείμενο, μια ομιλία, μια λέξη ή κάποια πρόταση μέσα στην προσευχή, ακόμη και μια ανάμνηση. Να «γαντζωθεί» γερά από κάπου μήπως και σπάσει τελικά αυτό το φαύλο κύκλο κι’ αρχίσει πάλι, με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει, τον προσωπικό του αγώνα. Ως σημείο επανεκκίνησης, ένα ψυχοπνευματικό restart όπως συνήθιζε να λέει, αναζητούσε με αγωνία μονάχα μια στιγμή. Μια στιγμή όπου θα έκλεινε τα μάτια του, θα καταλάγιαζε το μόνιμα ανήσυχο και περιφερόμενο μυαλό του και θα άκουγε τη σιωπή που έκρυβε μέσα της με ευλάβεια τη δική Του παρουσία. Να αισθανθεί έστω για κάποια κλάσματα του δευτερολέπτου την εγγύτητα του αιωνίου που ήταν τόσο κοντά, αλλά ποτέ του δεν κατάφερε να αγγίξει…

Να όμως που η αφορμή ήρθε τελικά από εκεί που δεν περίμενε. Λες και μια αόρατη Πρόνοια περίμενε υπομονετικά όλο αυτό το διάστημα για να εξαντληθεί ακόμη και η τελευταία ικμάδα των κάτισχνων δυνάμεων του, προτού ρίξει επάνω του εκείνη τη μικρή σπίθα. Αυτή που άρχισε να δίνει κίνηση αργή, μα σταθερή, στους «σκουριασμένους συνδέσμους» που συγκρατούσαν χρόνια ολόκληρα εκείνη την επιμελώς «κρυμμένη» βαθιά καρδιά του. Ξεπήδησε «ολοζώντανη, ολόφωτη» μπροστά του μέσα απ’ τις σελίδες ενός παλιού ημερολογίου κάποιου Άγγλου προσκυνητή στο Όρος στα τέλη του ´60 που κατά τύχη έπεσε στα χέρια του. Για μια στιγμή σιώπησε, σταμάτησε. Ύστερα πήρε μια βαθιά αναπνοή και ακολούθησε τα βήματα του συγγραφέα την ώρα που αποβιβαζόταν στον αρσανά της Σιμωνόπετρας…

«Ήταν μεσημέρι της 6ης Αυγούστου 1968. Το πλοιάριο από τη Δάφνη σταμάτησε στον αρσανά της Σιμωνόπετρας. Δεν αποβιβάστηκε κανείς άλλος και έτσι μετά από ένα φιλικό χαιρετισμό με το μοναχό που στεκόταν στην προβλήτα, άρχισα να ανεβαίνω μόνος μου το απόκρημνο μονοπάτι καθώς εκείνο συνέχισε το δρόμο του προς το Νότο. Μετά από περίπου είκοσι λεπτά έφτασα στο σημείο όπου το μονοπάτι από τη Μονή Γρηγορίου ενώνεται με αυτό από τα δεξιά. Εδώ, στη διασταύρωση υπάρχει ένα προσκυνητάρι με ένα σταυρό και κάποια πέτρινα καθίσματα κάτω από τη σκιά μιας στέγης. Από τις ανοιχτές πλευρές αυτού του ιδιότυπου κτίσματος έχει κανείς μια θαυμάσια θέα της θάλασσας, η οποία εκτείνεται μέχρι την επόμενη χερσόνησο. Αφού προσκύνησα το σταυρό, κάθισα στη σκιά και κοίταξα προς τη θάλασσα αφουγκραζόμενος τη σιωπή. Τα πάντα ήταν σιωπηλά…Αμέσως ένιωσα ότι τώρα επιτέλους βρισκόμουν στο Άγιο Όρος και ευχαρίστησα το Θεό που για άλλη μια φορά μου έδωσε αυτό το τεράστιο προνόμιο. Τα πάντα ήταν σιωπηλά… Αυτή η ησυχία, ετούτη η σιωπή βρίσκεται παντού και διαπερνά τα πάντα. Είναι λες η ίδια η ουσία του Αγίου Όρους. Ο απόμακρος ήχος ενός καϊκιού χρησιμεύει μονό για να τονίσει την ένταση της ησυχίας. Το ξαφνικό θρόισμα μιας σαύρας ανάμεσα στα ξερά φύλλα, ο παφλασμός ενός βατράχου που πέφτει σε μια στέρνα είναι ήχοι δυνατοί και καθαροί, οι οποίοι απλώς υπογραμμίζουν την απέραντη ησυχία. Συχνά καθώς περπατάς σε μεγάλα έρημα κομμάτια που αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος αυτής της ιερής γης, ακολουθώντας μονοπάτια όπου η κάθε πέτρα «αναπέμπει προσευχές», είναι αδύνατο να ακούσεις οποιονδήποτε ήχο. Ακόμη και στα καθολικά των μοναστηριών, όπου η σιωπή βαθαίνει μέσα στο σκοτάδι, μέσα στο κάλλος και στην ιερή ποιότητα του χώρου φαίνεται ότι η ανάγνωση και η ψαλμωδία των ιερέων και των μοναχών, μέσα στον ατελείωτο ρυθμό του νυχθήμερου τελετουργικού τους, δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια λεπτή άκρη ενός απέραντου ωκεανού σιωπής. Αλλά αυτή η ησυχία, αυτή η σιωπή είναι κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή απουσία ήχου. Διαθέτει μια θετική ποιότητα. Μια ποιότητα πληρότητας και πλησμονής. Την αιώνια ειρήνη που καθρεφτίζεται στο πέπλο της Παναγίας, το οποίο περιβάλλει και προστατεύει το Άγιο Όρος της, προσφέροντας ταυτόχρονα την εσωτερική σιωπή. Την ειρήνη της καρδιάς σε εκείνους που κατοικούν εκεί και σε όλους όσοι προσέρχονται με ανοιχτή καρδιά, αναζητώντας αυτή την ευλογία. Ας είναι ευλογημένοι λοιπόν όσοι φυλάσσουν εδώ αυτή την ειρήνη ή τη μεταφέρουν στον τόπο τους ως ένα διαρκές δώρο της χάριτος». (*)

Ο ήχος του κινητού τον επανέφερε απότομα στην πραγματικότητα. Έκλεισε απρόθυμα το βιβλίο, φόρεσε το βαρύ πανωφόρι του και βγήκε έξω στο κρύο χειμωνιάτικο απόγευμα. Τα πάντα ήταν σιωπηλά… τόσο ξεκάθαρα σιωπηλά…

(*) Το κείμενο έχει ληφθεί από την εξ ακοής μετάφραση της ομιλίας του μακαριστού π. Καλλιστου Ware με τίτλο «Πενήντα πέντε χρόνια προσκυνητής στο Άγιον Όρος» και αφορά στο προσωπικό ημερολόγιο του Άγγλου προσκυνητή Τζέραλντ Πάλμερ.

error: Content is protected !!
Scroll to Top