Γιορτάζει ο Κάτω Κόσμος!
– Κείμενο: ερημίτης –
Ο γδούπος εκκωφαντικός κι η πόρτα ατσαλένια.
Κάποια δαιμόνια, αερικά σκιερά, στριμώχνονται, μαζεύονται ιδρωμένα.
Το χτύπημα πιο επιτακτικά, πιο αποφασισμένα:
-“Ἂρατε πύλας, οἱ ἄρχοντες ὑμῶν, καὶ ἐπάρθητε, πύλαι αἰώνιοι, καὶ εἰσελεύσεται ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης!”
Υποχωρούν. Γνωρίζουν. Βλέμματα τρομαγμένα. Με λιγοστή φωνή, ένα τους Τον ρωτάει:
-“Τίς ἐστιν οὗτος ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης;”
-“Κύριος τῶν δυνάμεων αὐτός ἐστιν ὁ βασιλεὺς τῆς δόξης!”
Η πόρτα κομματιάζεται, τα μέταλλα λιωμένα κι αυτόματα το Φως το απόλυτο επικρατεί του χώρου. Λείψανε και οι σκιές, χάθηκαν οι κρυψώνες και οι ασώματες ψυχές μπροστά σε κάτι Άκτιστο, τρέχουνε, το κυκλώνουν.
“Ο Βασιλεύς της Δόξης” λέγεται ψιθυριστά παντού, στόμα με στόμα, σούσουρο. Το νέο εξαπλώνεται σ’ όλον τον Κάτω Κόσμο. Ξεχειλισμένα νόστο τα Άγια Νήπια, πρώτα εκείνα, το λένε δυνατά και το βροντοφώναζουν: “Ο Βασιλεύς της Δόξης!” πλαισίωνουνε τον Κύριο και αρχινούν μελωδικό τραγούδι. Οι σκλάβοι μετά κι αμαθείς, οι άδοξοι θανόντες. Οι αρχαίοι οι φιλόσοφοι, βίωμα παίρνουν όλοι.
Ο Ιησούς Χριστός κάτω στον Άδη. Γιορτάζει ο Κάτω Κόσμος, το Άκτιστο το Φως ξεσπάει σε εκρήξεις. Αντιληπτό ως απάνω. Οι φλόγες τώρα απ’ τα καντήλια πάλλονται, είναι η Ζωή που σφίζει, που αδύνατον άλλο πια να κρατηθεί, λυτρώνεται το όλον. Ασπάζονται όλοι οι Δίκαιοι, Διψώντες ήταν μια ζωή για ακριβώς ετούτη τη στιγμή, τη Θεία Δικαιοσύνη!
Ο Κύριος κοιτάει ψηλά, πορεύεται για Ανάσταση, να φτάσει η γιορτή στους ζώντες. Μετά από Αυτόν οι Άγγελοι, ολόλευκοι, μυριάδες και δρόμος της επιστροφής. Έπεται των Νεκρών Ψυχών το γιορτινό κομβόι.
Καλή Ανάσταση! Το Φως της να σε γεμίσει και να σε συνεπάρει.