– Κείμενο: ερημίτης –
Μετά τη Γέννηση ξεκίνησε να γράφεται η πιο όμορφη ιστορία, εκείνη όπου οι λογοτέχνες όλης της οικουμένης θα λαχταρούσαν να είχανε γράψει στο χαρτί. Μετά τη Γέννηση εμφανίστηκαν οι Άγιοι και οι Μάρτυρες, τα θαυμαστά σημεία, οπού πιστοποιούν, οπού αποδεικνύουνε την εγκυρότητα της, ότι εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με απλή λογοτεχνία γραμμένη σε χαρτί.
Μετά τη Γέννηση, ήρθαν τα Άνω κάτω, τα κάτω άγγιξαν τα ψηλά, ο άνθρωπος στα σύννεφα, σε θέωση με Αγγέλους και ο Θεός με πόρνες και ληστές συνομιλεί στη Γη.
Άνοιξαν τέτοιοι πνευματικοί ορίζοντες ώστε στο σύνολό τους οι υπόλοιπες εκφράσεις αποκαλούνται πλέον “κοσμικές”.
Μετά τη Γέννηση δεν θα ‘πρεπε κανείς να αναρωτιέται για το κακό στον κόσμο, η απάντηση σέρνεται εντός του κι οφείλει να το ‘χει δει.
Ούτε να γίνει λόγος για κάποια επανάσταση, μιας κι η μεγαλύτερη έχει ήδη ξεκινήσει και είναι τόσο ασύλληπτη ώστε δεν βρήκαν σθένος οι πολλοί να γίνουν κοινωνοί.
Όμως μετά τη Γέννηση, την παρουσία Του ανάμεσά μας και η Ανάληψη Του τελικά πίσω στους Ουρανούς όφειλε να συμβεί. Διότι με τον Χριστό παρόντα μόνιμα εδώ στη Γη τότε ο πνευματικός αγώνας θα ήταν μια υποχρέωση, η όποια άλλη απόκλιση θα έβγαινε εκτός νόμου και θα βιώναμε εν τέλει μια δυστοπία σοβιετική.
Κι από την άλλη εμείς. Θα καμωνόμασταν πως ως “τέκνα Του γνήσια” αξίζουμε από Εκείνον εγκόσμια μεταχείριση πιο προνομιακή. Κατά συνέπεια θα φτιάχναμε μέσα και έξω απ’ την ψυχή μια κοινωνία ναζιστική.
Μετά τη Γέννηση ότι έμεινε, η Ορθόδοξη Εκκλησία. Ως παρακαταθήκη για να τελείται η Θεία Λειτουργία. Και αν υπάρχει απόσταση αυτής σε σχέση με την κοινωνία, δεν είναι ότι η Εκκλησία είναι οπισθοδρομική, μα ότι η κοινωνία δεν έφτασε ακόμη ως τη Γέννηση και τη μετά Χριστόν την εποχή και ως εκ τούτου για τη βιωσιμότητα της οφείλει αυτή η ίδια να εκσυγχρονιστεί.