spyros-melas-vivlio-geros-tou-moria

Σπύρος Μελάς, από το βιβλίο “Ο Γέρος του Μωριά”

᾽Επάνω σ’ ἕνα σκεβρωμένο παλιὸ εἰκονισματάκι μὲ τρεῖς σβησμένες μορφὲς ἔβαλε τὸ πλατύ, μεγάλο χέρι του ὁ λευτερωτὴς τῶν ραγιάδων, νὰ δώση τὸν ὅρκο.
Εἶναι γονατιστός, σκυμμένος, μπροστὰ στὸ μεγαλεἶο τῆς ἴδέας˙ τὸ μισόφωτο τῆς ἐκκλησίτσας ξαϋλώνει τὶς τρεῖς μoρφές. Κορμιὰ δὲν ὑπάρχουν, ψυχὲς λειτουργᾶνε.
Μιὰ – μιὰ ξαναγυριζουν τὶς φοβερὲς λέξεις τοῦ ὅρκου οἱ ἀντίλαλοι ἀπ’ ὄλες τὶς γωνιές, πού ᾽ναι γεμάτες σκοτάδι καὶ μυστήριο.
Καὶ τὶς μεγαλώνουν, τὶς πληθαίνουν. Σὰ νά ᾽ναι μπροστὰ ὅλα τὰ μαῦρα κοπάδια τῶν ραγιάδων καὶ νὰ ὁρκίζoνται μαζί του. ᾽
Ανήσυχοι φτερουγίζουν, κάτω ἀπὸ τὸ θόλο, οἱ ἀντίλαλοι αὐτοί, σὰν πουλιὰ ποὺ γυρεύουν ἀνοιχτὸ διάβα νὰ πετάξουν στὴν ῾Ελλάδα, νὰ κράξουν σὲ συναγερμὸ τὰ σύννεφα τῆς μεγάλης τρικυμίας. Ὕστερα οἱ φράσεις γιὰ τὴν πατρίδα κόβονται ἀπὸ στεναγμοὺς κι ἀναφιλητά.
Καὶ τώρα σιωπὴ βαθιὰ καὶ κατανυκτική. Τὸ μυστήριο ἔχει τελειώσει…

error: Content is protected !!
Scroll to Top