– Κείμενο: ερημίτης –
Ορθοδοξία και Ελληνισμός, δυο κόσμοι που ενώθηκαν κι έγιναν Ρωμιοσύνη.
Ελευθερία που πορφυρή ανασύρθηκε μέσα από ολοκαυτώματα στην Ιστορία του Γένους, τόσο πολύ εκστατική, όσο πλημμυρισμένη με αίμα.
Κι όπως θα διεισδύσει κάποιος σήμερα στη σκέψη και στην έκφραση όλων σχεδόν των Ποιητών, των Λόγιων και των Οπλαρχηγών -πρωτίστως- του 1821, όπως αυτή βεβαίως ιστορικά έχει καταγραφεί, θα διαπιστώσει αβίαστα τον έτερο ισχυρό παράγοντα, εκείνον δηλαδή που υπήρχε και ζευγάρωνε με την φιλοπατρία τους μες τη συνείδησή τους: Εκείνη τη απύθμενη ορθόδοξη τους πίστη. Δηλώσεις τους όπου αν κάποιος έχει άγνοια από ποιόν έχουνε ειπωθεί, θα υποθέσει ότι ενδεχομένως βγήκανε από το στόμα για παράδειγμα μιας ηλικιωμένης μοναχής που ζει αποκομμένη και σε καμία περίπτωση από μπαρουτοκαπνισμένο και με δασύτριχο στέρνο οπλαρχηγό όπου αναπαυότανε επάνω στο τουφέκι του και μασουλούσε πέτρες.
Στο σήμερα, στη χώρα μας κι έχοντας κάποιον πρόγονο να ανάβει ένα καντήλι, να σχηματίζει επάνω του έπειτα σημείο του σταυρού, μάλλον χαρακτηρίζεται λίαν ντροπιαστικό να βλασφημεί κανείς, να διώκει κατ’ ουσίαν δηλαδή το ίδιο του το σόι.
Ωστόσο, άμα δεχτούμε ότι αποτελεί αυτή για τον εν λόγω άνθρωπο, μία υπόθεση κάπως “οικογενειακή”, μένει να αναρωτηθούμε εάν αυτές οι ύβρεις του Νεοέλληνα απέναντι στην Πίστη, σπάει κάτι από των Ηρώων του 1821 την τωρινή μακάρια σιωπή τους και έτσι υποσκάπτεται η ίδια η υπόσταση -ανεξαρτήτου πίστης- ολόκληρης της Χώρας.
Εξάλλου, μιλάμε για εκείνους τους Χριστιανούς Ορθόδοξους όπου απελευθέρωσαν το ’21 τη Χώρα.